Saturday, May 26, 2018

ΤΟ ΠΛΟΙΟ στη Βαλέττα …







                   ... Tελευταίες μέρες της Παριζιάνικης Κομμούνας 1871 ...

Tα όπλα των αμυνομένων ηχούν αραιά λόγω έλλειψης πυρομαχικών αλλά και ... λόγω απωλειών των πολλών κομμουνάρων που έχασαν τη ζωή τους μαχόμενοι ... Αυτές τις ώρες τις Ύστατες ...
γράφεται όμως μέσα στη ΤΡΑΓΩΔΙΑ ένα Έπος ... δημιουργώντας παράλληλα ένα Διαχρονικό Μύθο ...
Ένα τελευταίο οδόφραγμα αντιστέκεται σθεναρά ... οι βολές των αμυνομένων είναι τόσο εύστοχες ώστε χάσανε τη ζωή τους πολλοί αξιωματικοί και στρατιώτες των επιτιθεμένων δυνάμεων Γάλλοι κι Αυστριακοί ... Οι επιτελείς του Αυτοκρατορικού Αυστριακού Στρατού υπολογίζουν πως το οδόφραγμα κρατείται απο τουλάχιστον τρείς ουλαμούς ελεύθερων σκοπευτών ( περίπου 24 άνδρες σε ομάδες των δύο) ...
Στις 28 Μαϊου 1871 όταν το Παρίσι θα σιγήσει πρίν αρχίσει ο στακάτος και διαρκής ήχος των εκπυρσοκροτήσεων των εκτελεστικών αποσπασμάτων που θα "τιμωρήσουν" τους αιχμαλώτους μαχητές" ...
αποκαλύπτεται πως το οδόφραγμα επί τρείς και πλέον μέρες το υπερασπιζόταν μόνο ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ... ΣΚΟΠΕΥΤΗΣ ... κάποιοι θα μιλήσουν για το φάντασμα που εκδικείται τους νεκρούς κομμουνάρους,
άλλοι θα υποστηρίξουν πως απλά διέφυγαν οι τρείς ουλαμοί των σκοπευτών, μερικοί περισσότερο παρατηρητικοί θα διαπιστώσουν πως και οι θέσεις κάλυψης αλλά και τα ελάχιστα σημάδια ενδιαίτησης που άφησε πίσω του ο Εξαιρετικός αυτός Ελεύθερος Σκοπευτής ... αποδεικνύουν πως ήταν ένας ίσως δύο το πολύ όμως μιά τεράστια κηλίδα αίμα μάλλον μας λέει πως ο δεύτερος του ζευγαριού έπεσε μαχόμενος ... Μάλλον ο επιζών κατάφερε να πάρει το σώμα του συντρόφου του ... για να μη πέσει στα χέρια των "βέβηλων" Εχθρών
της ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ...
Ο Μύθος γεννήθηκε και τότε αξιωματικοί Γάλλοι και Αυστριακοί που είχαν συμμετάσχει στην επίθεση κατά του
Μαχόμενου Επαναστατημένου Παρισιού της Κομμούνας, ζούσαν με τον διαρκή φόβο πως ο άγνωστος "franc-tireur" (ελεύθερος σκοπευτής), θα τους δολοφονούσε με μιά σφαίρα ανάμεσα στα μάτια όπως τα περισσότερα από τα κορμιά που άφησε πίσω του ...




                    … Βαλέττα ... MALTA … NEMESIS …




           Κάποιοι υποστηρίζουν πως ένα βράδυ στη Μάλτα πάνω σ' ένα Καράβι ελληνικό
μ' όνομα παράξενο : "ΝΕΜΕΣΙΣ"... ένας λεβεντόγερος,
λιγνός, με μάτια που γυαλίζαν στο σκοτάδι... γνώριζε μεγάλα μυστικά για τη Κομμούνα ... Μάλιστα λέγανε πως κάπου οι κομμουνάροι είχαν κρύψει το χρυσάφι που βρήκαν όταν πήραν τα όπλα για να υπερασπιστούν τη Πόλη και τους κατοίκους της μαζί με τις επαναστατικές τους Ιδέες ...Μάλλον κουβέντιαζαν στα μπάρ της Βαλέττα πως ο γέρος "ξέρει" τη κρυψώνα ... έτρεξαν πολλοί να τον επισκεφθούν με διαφορες δικαιολογίες ... άλλοι για εμπόριο, για να του φέρουν γυναίκες και ναρκωτικά ή ακριβά αψέντια ... Αυτός πάντα χλωμός, στεγνός ... αγέλαστος μ' ένα περίεργο τρόπο ευγενικός μα ταυτόχρονα απόπνεε μια παγωμάρα σα σκοτείνιαζε η ματιά του ...
Σαν κάτι τον ενοχλούσε ή τον εξόργιζε ας πούμε όπως αν ενοιωθε τη προδοσία στον αγέρα ή όταν κάποιος κακομίλησε σε μια γριά πουτάνα
που στερημένη απο μορφίνη πήρε τη βάρκα μπάς και βρεί πέντε δεκάρες για τη δόση της ... Τότε ήταν σαν να σταμάτησε το Σύμπαν ...
στο σαλονάκι του πλοίου ήταν αρκετοί οι περισσότεροι μουσαφιραίοι για τον "Ξένο" ... ( έτσι τον λέγανε ) ...
Σαν άκουσε κι είδε τη βρισιά που ένας μορφονιός σίγουρα νταβαντζής, πέταξε με κακία στη γριά, του άρπαξε το χέρι στον αέρα πρίν προκάνει να αγγίξει τη φάτσα της πρεζούς...
Ένα ξερό ΚΡΑΚ ! μόνο ακούστηκε ... για λίγο τίποτε άλλο ... έπειτα ένα συνεχές βογγητό σαν ουρλιαχτό του νταβαντζή που με θρυμματισμένο τον καρπό του χεριού του σούρθηκε σα το σκουλήκι και κανείς δε τον ξανάδε...
Απόλυτη Σιγή ... Τρόμος ... μάτια κοιτάνε νευρικά ολόγυρα αλλά όσο γίνεται διακριτικά μην κι η οργή του Ξένου κορυφώσει ... Τριάντα νοματαίοι, γυναίκες άγριες σκληρές του λιμανιού, όμορφες αντάμα και τσαμπουκαλούδες, όλοι κι όλες λουφάξανε για λίγο προσμένοντας τι άλλο θα συμβεί ...
Ένας πιό θαλερός κάπως γνωστός και μάλλον από τα παλιά γνωστός του Ξένου, σπάζει τη παγωμάρα λέγοντας :
- "Αρθούρε δε μας λές κανένα τραγουδάκι απ' τα παλιά ...!" και του 'κλεισε με νόημα το μάτι ... !

Και Ω! του θαύματος ένα χαμόγελο παιδιάστικο άστραψε στο χαρακωμένο πρόσωπο του "Ξένου" που όλοι μαθανε μόλις εκείνη τη στιγμή πως είχε όνομα ... τον λέγανε "ΑΡΘΟΥΡΟ"...
Πήρε αργά τελετουργικά ένα παλιό κιθαρόνι σαν αυτά που 'χαν οι κανταδόροι στα Επτάνησα κι άξαφνα νότες γλυκές, ταράξαν τις χορδές μαζί με τις καρδιές ... Πριν καλά καλά συνέλθουν από την τρομερή βία ό Αρθούρος τους μάγεψε με τη φωνή, τα λόγια, τους στίχους από τραγούδια άγνωστα μα τόσο οικεία ...
Λέγαν για έναν τόπο μακρινό ... πέρα από το Μεγάλο Ωκεανό όπου οι Άνθρωποι ζούσαν με τα ζώα ειρηνικά που δεν υπήρχε μίσος και κανείς δε βασανίζονταν να βγάλει το ψωμί του ... εκεί σ' αυτό τόπο .. ΝΑ ΔΕΙΣ ΠΩΣ ΤΟΝ ΈΛΕΓΕ ... ΕΚΕΊ ΛΟΙΠΌΝ η εκμετάλλευση ήταν βαρύ έγκλημα κι όμως δεν υπήρχε Φυλακή ... απλά Εξορία .. όποιος μολύνονταν με μίασμα φριχτό ... έπρεπε να βρεί τρόπο να καθαρίσει ...να Εξαγνιστεί πριν να μπορεί να ξαναγυρίσει ...
Κανείς δεν ήθελε να φύγει ... Όλοι αποζητούσαν να έχουν δικαίωμα έστω για λίγες ώρες ή μέρες παραμονής σ' αυτό το παράξενο το μέρος ...
σ' αυτή τη πόλη που ήταν σα νησί κι έμοιαζε νάναι στη κορφή όρους απόκρυμνου ... σαν Κάστρο, σαν Πολιτεία μαγεμένη ...
Ίδιες Νεράϊδες οι κυράδες ήταν, τραγούδαγε, οι πιό όμορφες του Κόσμου και οι άντρες ποτέ δε φόβηθήκανε είτε για Έρωτα είτε για Πόλεμο πάντα τη παραμονή της Μάχης καλλωπίζονταν, γλεντούσαν ξεχνάγανε μικρο- παρεξηγήσεις και φιλιώνανε κι ύστερα όρμαγαν ...  στην πάλη τού Έρωτα ή του Θανάτου ...
Τραγούδια μελωδίες εκστατικές κι είχε ένα τρόπο μ' εκείνο το μωρουδιακό χαμόγελο να μεταδίδει τη χαρά του ο Αρθούρος ...
Όλοι μαζί του σα χορωδία τραγουδούσαν τα ρεφραίν κι εκείνος λαμπερός σαν να 'χε ξανανιώσει με μια φωνή ζεστή να ρέουν απ' τα χείλη του οι στίχοι ...
Κρασί, Αψέντια, Πίπες με μυρωδάτα βότανα κι άμετρητα ερωτικά αγγίγματα γέμισε θαρρείς όλο το πλοίο ... Ελεύθερα οι Άνθρωποι κοιτάζονταν στα μάτια χωρίς Ταμπού, δίχως στενόμυαλιές, άντρες γυναίκες λεύτεροι σμίγαν κατά πως θέλαν ... Κι όλα χάρη στον ...
"ΞΕΝΟ" που τώρα όλοι μάθανε πως λέγονταν Αρθούρος ...
Κατά την ώρα που πήγε να βγεί ο πρώτος πρώτος γυιός του Ήλιου ...
την ΑΥΓΗ ... ο ποιητής ο έλληνας ( αυτός ήταν του "ξένου" ο γνωστός)
που όλοι πιά τον φωνάζαν Μαρκόνι ... ζήτησε έναν τελευταίο ακόμα ύμνο στην Αγάπη ... έτσι τους είπε ο Αρθούρος σαν τον ρωτήσαν πως λένε τα τραγούδια του ...
Κοιτώντας τον μέσα στα μάτια εντατικά του λέει ο Μαρκόνι ...
- "Αρθούρε ώρα να τραγουδήσουμε για όσους απόψε δεν μπορούν να 'ρθούν μα τόσο ξέρεις πως το θένε" ...
Σα ρεύμα ηλεκτρικό τον χτύπησε η παραγγελιά ... το βλέμμα του εσκοτείνιασε και πάλι ... ξανά χλωμός, κοφτός .. απρόσιτος ... κάρφωσε ένα μαχαίρι που ως εκείνη την ώρα κανείς δεν είδε πως κρατούσε ... Στου τραπεζιού το ξύλο βυθίστηκε η λάμα τόσο άγρια πού ράγισε ως κάτω το πόδι το σκαλιστό ...
Έτριξε το μπράτσο της Κιθάρας σιγανά .... το μέτωπο του έσταξ' ίδρωτα ... μιά νότα εξωτική σαν κάλεσμα ... σαν ιαχή πολέμου ... σαν πόνος της καρδιάς ... σα ματωμένη φράση έσυρε η φωνή του ξεδιπλώνοντας το "Τραγούδι για τους ΑΠΟΝΤΕΣ" ... έτσι τ' ονόμασε ...

Ακούστηκαν ονόματα ... λογιών λογιών από τα πέρατα του κόσμου ...
ονόματα ανδρών και γυναικών Πέδρο.. Ελένη ... Ζάν-Κριστόφ... ΦιΦί... Μαρία ...
Λευτέρης... Άρης... Τσέ... Μαρκόνι ... κάποια λάμψη άστραψε στα μάτια του παλιού του του γνωστού ... κι άλλα ... Λάο Τζέ… Χό... Τζέϊ Τζέϊ ... Μάρκο ... Πιότρ ... Σεργκέϊ ... Έμμα ...
Τζίμ ... Μήτσος ... Αίημυ... Ιώ... Ίωνα ... Σούν Τζού ... Διογένης ή κι Ομάρ, Μπέν ή Σαϊντ ... κι ακόμα Ρασπουτίν, Νίνα, Μπόμπ, Λέον και Ρόζα και Καρντάν, Κικέρων, Περικλής ... Ακαταμέτρητα και σ' όλα είχε απ' ένα παρατσούκλι ... μιάν ιστορία τρυφερή ή τρομερή μά πάντα τυλιγμένη με αγάπη ...
Ξημέρωσε κι οι ναύτες μεθυσμένοι τρίκλιζαν τραβόντας για τη Λαγουδέρα ... ακούστηκε η Μηχανή του Λεβιάθαν πλοίου ... έφτασε η ώρα να σηκώσει άγκυρες το γέρικο καράβι ... μελαγχολικά μια νέα όμορφη πόρνη πολυτελείας που 'χε δεχτεί να συνοδέψει εκείνος ο μορφονιός ο νταβαντζής που σπασε τον καρπό του
- Πόσο απρόσεκτος ο Βλάξ !!! σκέφθηκε κι έπιασε τον εαυτό της να φαντάζεται πως βρισκόταν στην αγκαλιά αυτού του ... "Ξένου" ... Χμ ! του Αρθούρου ...
             


Μα επαγγελματίας όπως ήταν γοργά απόδιωξε τα ονείρατα γι' αγάπες και αρώματα και συγκεντρώθηκε στους στίχους που για κάποιο λόγο της κέντριζαν το ενδιαφέρον ... Σα να της έμοιαζε αμυδρά γνωστή η ιστορία μιας Καστροπολιτείας που τη κυκλώσαν οι βάρβαροι εχθροί μαζί με πλήθος προδότες και ρουφιάνους ... Ένοιωσε τόση αγάπη αληθινή για τους κατοίκους, τα παιδιά που μοιράζαν νερό και βόλια πάνω στις ντάπιες για τους διψασμένους κομμουνάρους ... ΝΑΙ έτσι τους αποκάλεσε ο Αρθούρος ... Κι ακόμα οργίστηκε ... ακόμα και τη πρόσβαλαν οι κατηγόριες που οι βαλτοί ρουφιάνοι ρίχναν στους λεύτερους που μόνο τους κρίμα ήταν πως υπερασπιστήκαν την πόλη τους και φτιάξανε μέσα στο Χάος μια κοινωνία Αγάπης, Ελευθερίας κι Ισότητας ...
Πικρά Δάκρυα στάξαν στα μάτια της σαν ήρθε η ώρα της Σφαγής τότε που ακόμα και γυναίκες και παιδιά τα στήσανε στον τοίχο ...
Σαν άκουσε όμως πως μπαμπέσικα λυντσάρανε έναν απο τους κομμουνάρους που για να σώσει μερικές ζωές προσφέρθηκε ο ίδιος ως όμηρος ... κι ήτανε λέει ο Δήμαρχος και μάλιστα εκλεγμένος ... κι όμως τον τσάκισε το μανιασμένο πλήθος των βαλτών, των μπράβων, των ρουφιάνων ... κομμάτια κόψανε τις σάρκες του και τις πουλάγανε στην Αγορά για σουβενίρ μαζί με τα κουρέλιασμένα ρούχα του ... κι άς στάζανε ακόμα Αίμα ...
Κι η πικρή φωνή του Αρθούρου σα να 'ρχόταν απο άλλο κόσμο ...
απο τα Τάρταρα ... κουβαλούσε τα λόγια των νεκρών Συντρόφων ...
όσο κι αν πόνεσαν, όσο κι άν αδικήθηκαν ... είχανε ζήσει Λεύτεροι κι Αγαπημένοι ένα δικό τους ΌΛΟΔΙΚΟ τους Όνειρο Χαράς, Δημιουργίας ... κι απο τα βαθη τα μαβιά ...τα άγνωστα νερά της Λήθης οι γνώριμες φωνές με τόνο πονηρά παιδιάστικο και ίσως τολμηρό  (για πεθαμένους) ... θυμίζαν ερωτικά φιλιά και οργασμούς... ποιήματα, τέχνες και καϋμούς ερωτικούς ... αγάπες και λατρεία για Ζωή κι όλες μαζί όλες οι τόσες και τόσες φωνές που έψελλε ο Αρθούρος ...
ΕΚΣΤΑΤΙΚΑ λαμπρός ... εκατομμύρια φωνές ακούγονταν να λένε :
" Σ' ΑΓΑΠΩ" σ' όλες τις γλώσσες κι άλλα πολλά λόγια ερωτικά ... χάδια,φιλιά κι ακόμα αναστεναγμούς μικρές γλυκειές οδύνες ... τοκετούς... ενώσεις κι ακόμα χωρισμούς λες κι ο χρόνος γίνηκ' ένα ... ΕΝΑ και ΜΗΔΕΝ ...
μ'ένα κοντρα Σι κι έν Μπεμόλ τέλειωσε
"ΟΛΑΗΤΙΠΟΤΑ" γλώσσα άγνωστη για τη Σοφύ ... την όμορφη ... καστανομάλλα πόρνη πολυτελείας που κείνο το βράδυ τελικά πηγε μαζί με τον Αρθούρο στο Ταξίδι της Ζωής της ...

Χρόνια μετά μια πλούσια μαυροντυμένη με άμαξα και υπηρέτη που 'μοιαζε όμως πιότερο με συγγενή ... τόση φροντίδα και τρυφερότητα έδειχνε στη γηραιά Κυρία ... τη βλέπαν στη Βαλέττα να πετάει Γαρδένιες κι Ανθούς της Κερασιάς στα κύματα ....  κοιτώντας το βαθυ μπλέ σχεδόν Μώβ... σα να έψαχνε κάτι με το βλέμμα της ...


ΘΕΟΦΙΛΟΣ ΒΑΝΔΩΡΟΣ
26/ ΜΑΗ / 2018
ώρα : 15 40 μμ.


              ΥΓ. Συνεχίζεται … 

             

1 comment:

Unknown said...

Magnificent!!!!!!